Αρχική Eπικαιρότητα Κοινή απάντηση των Βαγγόπουλου-Μίντζια στον δικηγόρο υπεράσπισης του Π.Φιλιππίδη

Κοινή απάντηση των Βαγγόπουλου-Μίντζια στον δικηγόρο υπεράσπισης του Π.Φιλιππίδη

Με ιδιαίτερη θλίψη, οργή και αγανάκτηση, παρακολουθούμε εδώ και αρκετές ημέρες την
πλευρά του κ. Φιλιππίδη, δια του Πληρεξουσίου Δικηγόρου του, να περιφέρεται σε όλα τα
μέσα ενημέρωσης, στην προσπάθειά της να διαμορφώσει ένα ευνοϊκό κλίμα για τον ίδιο, μήν
διστάζοντας να προσβάλλει, να υποβιβάζει και να μηδενίζει τα θύματα.
Η για πολλοστή φορά προσπάθεια, σε καθημερινή σχεδόν βάση πλέον, του εκ των συνηγόρων
υπεράσπισης του κατηγορουμένου Πέτρου Φιλιππίδη, ήδη προσωρινώς κρατουμένου και
αμετακλήτως παραπεμθέντος ενώπιον του Μικτού Δικαστηρίου Αθηνών για τα αδικήματα του
βιασμού, τελεσθέντος κατ’ εξακολούθηση και της απόπειρας βιασμού δις τελεσθείσας,
μοναδικό σκοπό έχει να υποβιβάσει την αξία των σε βάρος του κατηγοριών, προσβάλλοντας
κατάφωρα την προσωπικότητα των θυμάτων, λίγες ημέρες πριν τη συγκρότηση του Μικτού
Δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσής του.
Όλα δε ταύτα, τα πράττει ΔΗΘΕΝ εν ονόματι του «τεκμηρίου αθωότητος», που τελικώς ο ίδιος
υποβιβάζει και ευτελίζει, αφού η πλευρά των δύο (2) εντολέων μας από την πρώτη στιγμή,
συνειδητά τηρεί στάση σιωπής και σεβασμού του εν λόγω τεκμηρίου, αναμένοντας καρτερικά
την ώρα του φυσικού τους Δικαστού. Η μέχρι τώρα ανωνυμία των εντολέων μας ως θυμάτων
και η σιωπή από μέρους τους υπαγορεύθηκε από λόγους αξιοπρέπειας και ψυχικής
ιδιοσυγκρασίας, λαμβάνοντας υπόψη την μακροχρόνια ψυχική ταλαιπωρία, που έχουν υποστεί
από τις πράξεις του κατηγορούμενου σε βάρος τους. Η στάση αυτή, όμως, δεν πρέπει να
εκληφθεί από την αντίθετη πλευρά ως αδυναμία υποστήριξης της θέσης τους και της
προάσπισης των δικαιωμάτων τους, αλλά και ούτε ως ευκαιρία του αντιδίκου να θίξει την
προσωπικότητά τους και να απομειώσει τις σε βάρος του καταγγελίες.
Τα δικαιώματα του κάθε κατηγορουμένου, μεταξύ των οποίων η αρχή της μη
αυτενοχοποίησης, ασκούνται ενώπιον του Δικαστηρίου και όχι σε τηλεοπτικές εκπομπές,
καθώς η ιδιότητα του συνηγόρου υπεράσπισης είναι αυτή του συλλειτουργού της δικαιοσύνης.
Η «ανάγκη ενημέρωσης του κοινού» και μάλιστα από τον συνήγορο του κατηγορουμένου
μέσω τηλεοπτικών εκπομπών παραμονές της δίκης υπαγορεύεται από άλλους λόγους, που
σχετίζονται με το γεγονός ότι στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο μετέχουν και απλοί πολίτες.
Το επικίνδυνο, όμως, της εν λόγω συμπεριφοράς του κατηγορουμένου είναι ότι αποπειράται
να «περάσει» στο όποιο κοινό του, λίαν επικίνδυνες, αναληθείς και απαράδεκτες ΔΗΘΕΝ
παραδοχές, παρουσιάζοντας τον εαυτό του, μάλιστα, ως εκείνον που είναι επιβαρυμένος με το
χρέος να ενημερώσει «ορθώς» την κοινή γνώμη. Επιγραμματικώς αναφέρουμε για κάποιες εξ
αυτών, με διάθεση να μην χρειαστεί να επανέλθουμε, τα ακόλουθα:
– Με επικίνδυνες και απαράδεκτες φράσεις όπως: «ο εντολέας μου έχει μόνο μία κατηγορία
βιασμού, όλες οι άλλες είναι απόπειρες», επιδιώκει να μηδενίσει την αξία κακουργηματικών
πράξεων, όπως είναι οι απόπειρες βιασμού, οι οποίες έχουν ιδιαίτερη νομική και ηθική απαξία
και τιμωρούνται με βαρύτατες ποινές καθείρξεως.
– Οι αδιανόητες για οιοδήποτε θύμα τέτοιου αδικήματος φράσεις, όπως «η καταγγέλουσα
θυμήθηκε το βιασμό της από έναν φίλο της», δεν αποτελούν υπερασπιστική γραμμή αλλά
προσπάθεια ευτελισμού της υπόθεσης, ενώ προσβάλλουν ευθέως το θύμα του βιασμού και
μάλιστα επανειλημμένως, την ίδια στιγμή, που όλως υποκριτικώς, ο ίδιος επικαλείται ότι είναι
πάντοτε με την πλευρά των θυμάτων
– Αναφέρει στα μέσα μαζικής ενημέρωσης στοιχεία από την δικογραφία, πράξη που από μόνη
της είναι αποδοκιμαστέα και ανεπίτρεπτη από τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο που ο εν λόγω
Δικηγόρος ανήκει, πολλώ δε μάλλον είναι ηθικά απαράδεκτη και εξόχως παράνομη μία τέτοια
διαρροή, κατά παράβαση της δικονομικής αρχής της μυστικότητας της ανάκρισης, το
χειρότερο, όμως, είναι ότι και αυτά ακόμη τα στοιχεία, τα αλλοιώνει κατά το δοκούν.
– Για να προσδώσει κύρος και αξιοπιστία στα λεγόμενά του, υποπίπτει στο εξοργιστικό σχόλιο
πώς: «Εγώ αν σας λέω έστω και μία ανακρίβεια, θα παραιτηθώ από υπεράσπιση».
– Αποδομεί το Δικαιϊκό μας σύστημα και προσβάλλει ευθέως ΟΛΟΥΣ τους Δικαστές αυτής της
Χώρας αναφέροντας επί λέξει ότι: «[…] υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός Δικαστών οι οποίοι
ποδηγετούνται από την κοινή γνώμη, η οποία δεν είναι ενημερωμένη».
– Με μεσαιωνικού τύπου τοποθετήσεις, εν πλήρει ηρεμία ισχυρίζεται ότι: «[…] όσο περνέι ο
καιρός οι καταγγελίες αποδυναμώνονται, δηλαδή δεν έχουν ισχύ μέσα στον χρόνο,
απαξιώνονται, έτσι τις αντιμετωπίζουν τα δικαστήρια», αλλά και «[…] η αξιοπιστία καταγγελιών
που γίνονται μετά από χρόνια αφυδατώνεται», καίτοι ο Νομοθέτης έχει προβλέψει μακρά
παραγραφή για τα συγκεκριμένα αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα (15 έτη) ακριβώς για
τον αντίθετο λόγο.
– Παραβλέποντας πλήρως το Βούλευμα, δυνάμει του οποίου ο εντολέας του είναι
προφυλακισμένος, αφού πρώτα επιμελώς και τεχνηέντως μηδενίζει τις απόπειρες βιασμού,
επικαλείται ότι μόνον λόγω του ενός βιασμού επιβλήθηκε η προφυλάκιση, ενώ αυτή όπως
πολύ καλά γνωρίζει, επιβλήθηκε και για τις απόπειρες και την εν γένει συμπεριφορά του
εντολέως του επί πλειόνων θυμάτων.

Οι Πληρεξούσιοι Δικηγόροι
Για το αδίκημα του βιασμού και Για το αδίκημα της ιδίας απόπειρας βιασμού
της μίας απόπειρας βιασμού

Αλέξανδρος Μίντζιας       Ανδρέας Βαγγόπουλος