Αρχική Eπικαιρότητα Οι γυναίκες που άλλαξαν τον κόσμο

Οι γυναίκες που άλλαξαν τον κόσμο

Η Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας εορτάζεται στις 8 Μαρτίου κάθε χρόνο ως ημέρα μνήμης των αγώνων του κινήματος για τα δικαιώματα των γυναικών, φέτος σηματοδοτείται και από την 25η επέτειο της Διακήρυξης του Πεκίνου για την ισότητα των φύλων.

Κοκό Σανέλ – Photo by Evening Standard/Hulton Archive/Getty Images

Το 1995, το 4ο Παγκόσμιο Συνέδριο του ΟΗΕ για τις γυναίκες ενέκρινε ψήφισμα για την ενίσχυση του ρόλου των γυναικών και την προώθηση των δικαιωμάτων τους παγκοσμίως. Η Διακήρυξη του Πεκίνου καθορίζει στρατηγικούς στόχους για την επίτευξη της ισότητας των φύλων σε 12 τομείς, συμπεριλαμβανομένης της οικονομίας, της βίας εναντίον των γυναικών και των γυναικών στην εξουσία.

Για την Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας και μέσα από μικρά κείμενα, εξιστορούμε τη ζωή πέντε γυναικών που έχουν μείνει στην ιστορία για τον αγώνα, το έργο τους και την επίδρασή-έμπνευση πάνω σε κάθε σύγχρονη γυναίκα. Φρίντα Κάλο, Ρόζα Παρκς, Κοκό Σανέλ, Μαρίa Κιουρί, Μαλάλα Γιουσαφζάι. Πέντε γυναίκες από διαφορετικές χώρες και αφετηρίες, γυναίκες με διαφορετικές ιστορίες που άλλαξαν τον κόσμο και έμειναν στην ιστορία, από την Μαρίa Κιουρί και την Κοκό Σανέλ, μέχρι την Φρίντα Κάλο, την Ρόζα Παρκς και την νεότερη και σύγχρονή μας, Μαλάλα.

Φρίντα Κάλο (1907-1954)

Φρίντα Κάλο / Museo Frida Kahlo

Μία από τις σημαντικότερες ζωγράφους που σε όλη της τη ζωή πολέμησε τους προσωπικούς της δαίμονες και τον φυσικό πόνο. Το πρόσωπο της ίδιας, πολλοί από τους πίνακές της ήταν αυτοπροσωπογραφίες, διάσημο και χαρακτηριστικό σε όλους εμάς, η ματιά της ήταν «είσοδος» στον δικό της κόσμο και ψυχισμό. Γεννήθηκε το 1907 στην Πόλη του Μεξικού, από γερμανοεβραίο πατέρα και μεξικάνα μητέρα και στην ηλικία των 6 ετών αρρώστησε από πολιομυελίτιδα , με την ίδια να αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα μετακίνησης, με το ένα της πόδι ημιπαράλυτο. Το 1925, ενώ ήταν 18 ετών, ένα τραμ συγκρούστηκε με το λεωφορείο στο οποίο επέβαινε. Μετά από πολλαπλές εγχειρήσεις, με τραύματα σε όλο της το σώμα, σχεδόν ακίνητη σε ένα κρεβάτι, η Φρίντα Κάλο βρίσκει διέξοδο στη ζωγραφική. Τότε μαθαίνει πως δεν μπορεί να φέρει στη ζωή παιδιά. Το 1929 γνωρίζει τον ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα και την ίδια χρονιά παντρεύονται. Ήταν η αρχή ενός ταραχώδη έρωτα και η αρχή των μεγάλων δημιουργιών της Φρίντα Κάλο. Κομμουνίστρια η ίδια, έγινε – ίσως μετά θάνατον – γνωστή ως μία από τις πιο δυνατές φωνές για τα δικαιώματα ανθρώπων με ειδικές ανάγκες, της LGBT κοινότητας, ενώ έθιξε θέματα εθνικής ταυτότητας και μειονοτήτων.

Οι αυτοπροσωπογραφίες της, συγκλονιστικές, με τα έντονα μεξικάνικα folk στοιχεία να συναντάνε τον ευρωπαϊκό υπερρεαλισμό και συμβολισμό. Τα φορέματα της Φρίντα Κάλο ήταν παραδοσιακά ρούχα που φοράνε οι γυναίκες του Μεξικού και της Κεντρικής Αμερικής. Πέραν μίας δυνατής φωνής για τα δικαιώματα των μειονοτήτων, σύμβολο του φεμινισμού, έγινε και ιέρεια του στυλ. Μόνο που δεν είχε η ίδια την ευκαιρία να βιώσει την αναγνώριση εν ζωή. Η Φρίντα Κάλο, μέσα σε μία ζωή με πόνο και με συνεχή επιβάρυνση της υγείας της, πέθανε το 1954 σε ηλικία 47 ετών.

Μαρίa Κιουρί (1867-1934)

Μαρία Κιουρί – Photo by Hulton Archive/Getty Images

Η Μαρία Κιουρί, γνωστή και ως Μαντάμ Κιουρί, ήταν η πρώτη γυναίκα που κέρδισε Νόμπελ, όταν στις 10 Δεκεμβρίου 1903 κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής, μαζί με τον σύζυγό της, Πιέρ Κιουρί και τον Ανρί Μπεκερέλ «για τις έρευνές τους πάνω στα φαινόμενα ακτινοβολίας που ανακάλυψε ο Ανρί Μπεκερέλ». Σε μία εποχή με έντονη την πατριαρχεία και τις απλές γυναίκες να καταπιέζονται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους, το Νόμπελ σε μία γυναίκα επιστήμονα ήταν μία μικρή νίκη. Η Πολωνή Μαρία Σκουοντόφσκα (πήρε το επίθετο Κιουρί από τον άνδρα της, τον γάλλο φυσικό Πιέρ Κιουρί) γεννήθηκε το 1867 στη Βαρσοβία και ήταν το πέμπτο παιδί μίας ευκατάστατης οικογένειας. Το οικογενειακό της περιβάλλον, μακριά από τις πολλές κακουχίες της εποχής, και ο πατέρας της καθηγητής φυσικής, φαίνεται να ήταν τα κατάλληλα εφόδια για μία λαμπρή σταδιοδρομία για την νεαρή Μαρία. Όχι ακριβώς έτσι, η ρευστότητα της εποχής έφερε τον πατέρα της σε κυβερνητική δυσμένεια, ενώ λίγο αργότερα χάνει τη μία της αδελφή και τη μητέρα της από φυματίωση. Την ίδια περίοδο δεν επιτρεπόταν η φοίτηση των γυναικών στα πανεπιστήμια της Πολωνίας.

Η φυγή της στο Παρίσι, μέσα από φτώχεια και αγώνα, για να βρει την αδελφή της και να προσπαθήσει η ίδια να σπουδάσει, «σφράγισε» τη μοίρα της. Παρακολούθησε μαθήματα Θετικών επιστημών στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, ενώ ήταν τόση η ανέχεια που για κάποιο διάστημα έτρωγε ελάχιστα. Αποφοίτησε από τη Σορβόννη με τα πτυχία των μαθηματικών, της χημείας και της φυσικής. Το 1894 γνώρισε τον γάλλο φυσικό Πιερ Κιουρί και μετά από ένα χρόνο παντρεύτηκαν. Απέκτησαν δύο κόρες. Η Μαρία Κιουρί έγινε γνωστή για την ανακάλυψη του ραδίου και τις μελέτες για τη ραδιενέργεια, συμβάλλοντας από τότε για τη μάχη κατά του καρκίνου. Το 1911 βραβεύθηκε και με το Νομπέλ Χημείας από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών, ο μοναδικός άνθρωπος μέχρι σήμερα που έχει βραβεία Νόμπελ σε δύο διαφορετικές επιστήμες. Πολύ σημαντική και η συμβολή του Ιδρύματος  και Ινστιτούτου Κιουρί στην ιατρική επιστήμη.

Κοκό Σανέλ (1883-1971)

Η επιδραστικότερη μορφή της μόδας, έσπασε κώδικες και έθεσε τους δικούς της κανόνες από μικρή ηλικία, με τον ομώνυμο οίκο υψηλής ραπτικής να παραμένει μέχρι και σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα brands παγκοσμίως. Η Γκαμπριέλ Μπονέρ «Κοκό» Σανέλ γεννήθηκε στις 19 Αυγούστου 1883 στο Σωμύρ της Γαλλίας και μεγάλωσε, κάτω από δύσκολες συνθήκες, σε ορφανοτροφείο. Το αυστηρό περιβάλλον και η καθημερινή συναναστροφή με τις καλόγριες του ορφανοτροφείου, τα απλά λειτουργικά φορέματα-ράσα που φόραγαν, επηρέασαν καλλιτεχνικά τα μετέπειτα σχέδια της Κοκό Σανέλ. Το χαϊδευτικό «Κοκό» το απέκτησε λίγο αργότερα, ενώ τραγουδούσε σε διάφορα καφέ της πόλης και μέσα από τα τραγούδια της «Ko Ko Ri Ko» και «Qui qu’a vu Coco». Από τις καλόγριες ως το τραγούδι, υπάρχει μία απόσταση, αλλά είπαμε, η Κοκό Σανέλ πάντα έσπαγε κώδικες και κανόνες, πάντα πρωτοπόρα σε ότι έκανε.

Τα πρώτα της βήματα στο χώρο της μόδας έγιναν όταν άρχισε να ράβει καπέλα, μία τέχνη που έμαθε από τα χρόνια του ορφανοτροφείου. To 1910, σε ηλικία 27 ετών και ενώ έχει ήδη πάρει μία γεύση τι θα πει αριστοκρατία μέσα από δύο σημαντικές σχέσεις, ανοίγει το πρώτο της μαγαζί με καπέλα, το «Chanel Modes», στην οδό 21 Rue Cambon στο Παρίσι. Το 1913 ανοίγει μαγαζί με ρούχα στο Ντωβίλ και κάπου εκεί αλλάζει ο κόσμος της μόδας. Το εγκλωβισμένο σε κορσέδες γυναικείο σώμα της εποχής απελευθερώνεται, ρούχα πιο απλά, πρακτικά και «απείθαρχα», εμπνευσμένα από την ανδρική ένδυση. Το 1921 κυκλοφορεί το διάσημο άρωμα «Chanel No. 5», παίρνοντας το όνομα No. 5 σαν το πέμπτο δείγμα που της έφερε ο αρωματοποιός Ernest Beaux για να διαλέξει.

Ρόζα Παρκς (1913-2005)

Μία από τις σημαντικότερες φωνές υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων και κατά του φυλετικού διαχωρισμού, η Ρόζα Παρκς αντιστάθηκε και νίκησε. Ήταν η 1η Δεκεμβρίου του 1955, στο Μοντγκόμερυ της πολιτείας Αλαμπάμα των ΗΠΑ, όταν η 42χρονη έγχρωμη μοδίστρα Ρόζα Παρκς, καθώς γύρναγε από τη δουλειά της, αρνήθηκε να σηκωθεί από τη θέση της στο λεωφορείο για να την δώσει σε κάποιον λευκό, όπως ήταν οι τότε «προσταγές» και η πολιτική του φυλετικού διαχωρισμού, με αποτέλεσμα να συλληφθεί. Οι έγχρωμοι κάθονταν τότε στις πίσω θέσεις και δεν έπρεπε να έρθουν σε επαφή με τους λευκούς. Η γενναία της αυτή στάση, κάτι σχεδόν αδιανόητο σε μία εποχή που ρατσιστικές-δολοφονικές οργανώσεις όπως η Κου-Κλουξ-Κλαν δρούσαν σχεδόν ανεξέλεγκτα, οδήγησε στην κίνηση με το όνομα «Montgomery Bus Boycott».

Για τον επόμενο ένα χρόνο, οι έγχρωμοι κάτοικοι του Μοντγκόμερυ αρνούνταν να χρησιμοποιούν λεωφορεία για τις μετακινήσεις τους, με το κίνημα διαμαρτυρίας να εξαπλώνεται και πέραν των στενών πλαισίων της πόλης. Η ανυπακοή της Ρόζα Παρκς και οι διαδηλώσεις που ακολούθησαν ήταν η σπίθα που άναψε για τα καλά το κίνημα των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων στην Αμερική. Μέσα από αυτό τον αγώνα και την κίνηση  «Montgomery Bus Boycott», αναδείχθηκε και η προσωπικότητα του ιερέα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ηγέτη του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των εγχρώμων, που δολοφονήθηκε σε ηλικία 39 ετών το 1968 από τον λευκό Τζέιμς Ερλ Ρέι.

Μαλάλα Γιουσαφζάι

Η 22χρονη πλέον Μαλάλα Γιουσαφζάι είναι το σύμβολο για κάθε νέα γυναίκα του σήμερα, για κάθε γυναίκα που νοιώθει εγκλωβισμένη σε ένα περιβάλλον που δεν διάλεξε η ίδια και δεν της δίνεται η ευκαιρία για ισότιμη εκπαίδευση. Γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου 1997 στην πόλη Μινγκόρα στο βορειοδυτικό Πακιστάν, παιδί μίας οικογένειας σουνιτών Παστούν, με πατέρα ποιητή και ιδιοκτήτη σχολείων. Η ίδια έλαβε την κατάλληλη εκπαίδευση και από τα 11 της χρόνια άρχισε να γράφει σε blog. Μέσα από τα κείμενά της περιέγραφε τη ζωή στην Μινγκόρα κάτω από την εξουσία των Ταλιμπάν και την απαγόρευση στα κορίτσια να πηγαίνουν στο σχολείο. Τα κείμενα και οι απόψεις της για τα δικαιώματα και πρόσβαση κάθε κοριτσιού στη μόρφωση έτυχαν μεγάλης αναγνώρισης, με την Μαλάλα να δίνει συνεντεύξεις σε μεγάλα διεθνή μέσα.

Στις 9 Οκτωβρίου 2012, με την ταυτότητά της ήδη γνωστή, ένας άγνωστος άνδρας την πυροβόλησε στο κεφάλι, ενώ η ίδια ήταν μέσα στο σχολικό λεωφορείο. Μετά από ένα μεγάλο διάστημα αποκατάστασης σε νοσοκομεία της Βρετανίας και του Πακιστάν, ένα βήμα πριν τον θάνατο, η Μαλάλα σηκώθηκε πάλι στα πόδια της και συνεχίζει μέχρι και σήμερα να μάχεται. Οι λέξεις πιο δυνατές από σφαίρες. Το 2014, σε ηλικία 17 ετών, της απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης για τον αγώνα της για τα δικαιώματα των κοριτσιών στην εκπαίδευση, όντας η νεαρότερη κάτοχος βραβείου Νόμπελ στον κόσμο.

Πηγή: athensvoice.gr